Μια συνήθης επιπλοκή κατά τον Μαραθώνιο και τη συχνή και ασυνήθιστη άσκηση είναι η ραβδομυόλυση, δηλαδή η καταστροφή των μυϊκών ινών και η απελευθέρωση των συστατικών τους στο αίμα. Ο μαραθώνιος μετά το 30ο χιλιόμετρο είναι μια μυϊκή καταστροφή. Τα κάτω άκρα πονούν και βαραίνουν (βαρυαλγία), είναι δύσκαμπτα και πρησμένα. Αυτό οφείλεται στις μικρορήξεις των μυϊκών ινών και στη φλεγμονή που ακολουθεί ως απάντηση του σώματος, προκειμένου να επουλώσει και αναδομήσει τους μυς.
Κατά τη ρήξη των μυϊκών ινών απελευθερώνονται στην κυκλοφορία συστατικά όπως η μυοσφαιρίνη και η κρεατινική φωσφοκινάση (CPK), τα οποία ενσφηνώνονται στα νεφρά και προκαλούν ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ επιβάρυνση της νεφρικής λειτουργίας, μειώνουν, δηλαδή, την ικανότητα των μυών να φιλτράρουν τις άχρηστες ουσίες και να κατακρατούν τις ωφέλιμες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής των ούρων και σε σοβαρές περιπτώσεις την πλήρη ανουρία. Η οξεία νεφρική ανεπάρκεια που οφείλεται μόνο σε ραβδομυόλυση, χωρίς άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, υποχωρεί πλήρως, χωρίς να αφήνει υπολειπόμενη βλάβη.
Σε πολλές μελέτες δε βρέθηκε σχέση μεταξύ του βαθμού της ραβδομυόλυσης και της νεφρικής βλάβης. Η ραβδομυόλυση μπορεί να εξελιχθεί σε σοβαρή κατάσταση, αν ο δρομέας έχει κάνει χρήση αλκοόλ, χρήση αμφεταμινών και παυσίπονων, ιδαίτερα μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών. Τα φάρμακα αυτά είναι εξαιρετικά επικίνδυνα επειδή προκαλούν σύσπαση της νεφρικής αρτηρίας και επιδεινώνουν την αιμάτωση του νεφρού (ισχαιμία). Επίσης η υψηλή θερμοκρασία και η υγρασία, η αφυδάτωση, ο ανεπαρκής εγκλιματισμός, καθώς και η έλλειψη φυσικής κατάστασης είναι επιβαρυντικοί παράγοντες. Τα ούρα έχουν σκοτεινό, ερυθρό χρώμα και είναι μειωμένα. Ο δρομέας μπορεί να εμφανίσει κράμπες στην κοιλιά, ναυτία και εμετό, ταχυκαρδία, πυρετό, σύγχυση και μειωμένο επίπεδο συνείδησης. Παρατηρείται, επίσης, αύξηση του καλίου στο αίμα, το οποίο είναι συχνά αίτιο αρρυθμιών.
Μια άλλη επιπλοκή είναι «το σύνδρομο διαμερίσματος», το οποίο οφείλεται στην αύξηση της πίεσης που δημιουργείται σε ορισμένες κλειστές περιοχές των κάτω άκρων, λόγω του εξεσημασμένου οιδήματος. Όπως γνωρίζουμε η φλεγμονή συνίσταται στην αύξηση της κυκλοφορίας στην περιοχή της βλάβης, ώστε να αρχίσει η διαδικασία της επούλωσης μέσω της παροχής νέων υλικών και απομάκρυνσης των κατεστραμμένων ιστών. Λόγω της αυξημένης διαπερατότητας των τριχοειδών στην περιοχή της βλάβης γίνεται έξοδος υγρού από την κυκλοφορία στον διάμεσο μυϊκό ιστό. Αν ο χώρος είναι κλειστός, όπως π.χ. στην περιοχή της κνήμης, το υγρό που συσσωρεύεται προκαλεί αύξηση της πίεσης, συμπίεση των αγγείων, με αποτέλεσμα τη διακοπή της κυκλοφορίας του αίματος και την απειλούμενη νέκρωση των μυών.
Σε όλες τις ανωτέρω αναφερθείσες επιπλοκές ο δρομέας πρέπει να μεταφέρεται άμεσα στο νοσοκομείο για αντιμετώπιση. Σε περιπτώσεις ακόμη και ανουρίας η βλάβη είναι πλήρως αναστρέψιμη με τη χορήγηση φυσιολογικών ορών ενδοφλεβίως, ώστε να ξεμπλοκαριστούν τα νεφρικά σωληνάρια από τη μυοσφαιρίνη και τη CPK. Σπανίως μπορεί να χρησιμοποιηθεί τεχνητός νεφρός. Η επιδείνωση των νεφρών και «το σύνδρομο διαμερίσματος» συνήθως συμβαίνουν μία έως δύο ημέρες μετά το τέλος του μαραθώνιου. Ορισμένοι δρομείς έχουν αυξημένη ευαισθησία, λόγω έλλειψης κάποιων ενζύμων, με αποτέλεσμα να παθαίνουν ασυνήθιστα συχνά ραβδομυόλυση. Σε αυτές τις περιπτώσεις ίσως παραμένει υπολειπόμενη βλάβη μετά το τέλος της θεραπείας.
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.